1789

1789

To 1789 είναι ένα θεατρικό έργο ή, σωστότερα, μια θεατροποιημένη Ιστορία —η Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης— και ταυτόχρονα μια κριτική αυτής της Ιστορίας. Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε το 1970, στο Πίκολο Τεάτρο του Τορίνο και λίγο αργότερα μεταφέρθηκε στο θέατρο του ‘Ήλιου (έτσι ονομάζεται και ο θίασος) που δημιούργησε η σκηνοθέτιδα-φαινόμενο Αριάν Μνούσκιν στη Βενσέν, κοντά στο Παρίσι. Η κινηματογράφηση έγινε από την ίδια τη Μνούσκιν, κατά τη διάρκεια των δεκατριών τελευταίων παραστάσεων (επί συνόλου 348), τον Ιούνιο του 1973.
Το στιλ και ο τρόπος δουλειάς της Μνούσκιν: α) Καταρχήν δεν είναι σκηνοθέτιδα με την τρέχουσα έννοια. Είναι οργανώτρια ενός θεάματος και εμψυχωτής μιας ομάδας ηθοποιών, καλλιτεχνών και τεχνικών. Κύριο μέλημα της ήταν η ιδεολογική και πολιτική συνέπεια της παράστασης, β) Τόσο οι ηθοποιοί όσο και οι τεχνικοί (και οι λοιποί παράγοντες) αφέθηκαν ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν. Η σκηνοθέτιδα επενέβαινε μόνο όταν αυτό που έκαναν δεν εξυπηρετούσε την ιδεολογία του έργου. (Γι’ αυτήν θα μιλήσουμε παρακάτω.) γ) Χρησιμοποιήθηκε πολυεπίπεδη σκηνή σε σχήμα Π. Στο κέντρο αυτής της σκηνής ήταν η πλατεία, όπου περίπου εννιακόσιοι θεατές παρακολουθούσαν όρθιοι το θέαμα, γυρίζοντας προς την πλευρά εκείνη όπου κάθε φορά τοποθετούνταν η δράση ή διαλέγοντας μια σκηνή όταν η δράση τοποθετούταν σε περισσότερες της μιας. δ) Οι ηθοποιοί διέσχιζαν την πλατεία προς κάθε κατεύθυνση προκειμένου ν’ ανέβουν σε μια σκηνή, και κατά τη διάρκεια αυτής της πορείας είχαν αρχίσει κιόλας να παίζουν το ρόλο τους. ε) Τόσο τα κοστούμια όσο και το μακιγιάζ έγιναν με προσωπική ευθύνη του κάθε ηθοποιού. Ο ενδυματολόγος περιορίστηκε στο να προσαρμόσει τα κοστούμια στην ιδεολογία του έργου, στ) Ο θίασος υποτίθεται πως είναι ένας θίασος του 1789 που δίνει παράσταση για το επαναστατημένο κοινό του 1789. Οι θεατρίνοι πολύ συχνά συνδιαλέγονται με το κοινό σε πρώτο πρόσωπο (η αφήγηση για την άλωση της Βαστίλης κατά ομάδες είναι ένας άθλος μοναδικός στο θέατρο), το νουθετούν και το παρακινούν. Έτσι, ο σημερινός θεατής υποκαθιστά το θεατή του 1789 και ταυτόχρονα υποχρεώνεται να δει τα τεκταινόμενα όντας αναγκαστικά αποστασιοποιημένος, αφού είναι ένας σημερινός θεατής, ζ) Δεν υπάρχει καμιά ιστορική ανακρίβεια στην αφήγηση. Ωστόσο, ο διάλογος είναι κοινός, καθημερινός, απλός, η) Όλα τα είδη θεάτρου -γενικότερα, θεάματος- μπαίνουν στην υπηρεσία της ιδεολογίας του έργου: δράμα, μελόδραμα, κωμωδία, τραγωδία, όπερα μπούφα, κουκλοθέατρο, παντομίμα, ακροβατικά νούμερα, νούμερα του μιούζικ χολ — τα πάντα δένονται σε μια ενότητα σπάνιας συνοχής, θ) Ο ψυχολογισμός αποκλείεται κατηγορηματικά: οι χαρακτήρες δίνονται μόνο μέσα απ’ το στιλιζάρισμα, που πάρα πολύ συχνά φτάνει στα όρια της καρικατούρας. Ο θεατής ξεχωρίζει άνετα τον «καλό» απ’ τον «κακό» τον τίμιο απ’ τον άτιμο κ.λπ., και αντιδρά αναλόγως: χειροκροτεί μανιωδώς τον «καλό» (όχι τον καλό ηθοποιό) και σφυρίζει αγρίως τον «κακό». Έτσι, όχι μόνο μετέχει στην παράσταση, αλλά και έχει την ευκαιρία να αντιδράσει κριτικά. Το κοινό παύει να ‘ναι θεατής και γίνεται κύριος συντελεστής της παράστασης, ι) Η κάθε παράσταση ήταν και μια πρόβα. Το θέαμα τροποποιούνταν συνεχώς.
Όλα τα παραπάνω θαυμαστά και μεγαλειώδη υπηρετούν μια ιδεολογία: τη μαρξιστική. Ο θεατής καλείται να κατανοήσει πως: α) Η Γαλλική Επανάσταση ξεκίνησε ως αυθόρμητο λαϊκό κίνημα, κάτω απ’ την πίεση των/ αλλαγμένων παραγωγικών σχέσεων, β) Οι ηγέτες δεν προϋπήρξαν της επαναστάσεως, αλλα δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της. Την επανάσταση την ξεκίνησε αυθόρμητα ο λαός, αλλά την οικειοποιήθηκαν οι αστοί, αλλάζοντας έτσι φρουρά με τους φεουδάρχες: την αριστοκρατία των ευγενών τη διαδέχθηκε η αριστοκρατία του πλούτου. Οι παραγωγικές σχέσεις άλλαξαν ριζικά κι αυτό ήταν μια μεγάλη νίκη — όχι, όμως, για το λαό. Οπωσδήποτε, ωστόσο, μια νίκη ιστορική, δ) Η επανάσταση θα μπορούσε να συνεχιστεί μέχρι την πλήρη νίκη του λαού. Όμως, ο Γράκχος Μπαμπέφ δε βρήκε «τρεις χιλιάδες αποφασισμένους επαναστάτες» για να τη συνεχίσει: οι παραγωγικές δυνάμεις δεν επέτρεπαν μια παραπέρα εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων κι έτσι η αποτυχία του αρχηγού των προλετάριων Μπαμπέφ δεν ήταν ιστορικά αδικαιολόγητη. Όμως, το έργο κλείνει μ’ έναν παθιασμένο λόγο του Μπαμπέφ που συνεχίζεται από έναν άλλο θεατρίνο, ο οποίος, ως κήρυκας, διαβάζει την πολιτική διαθήκη προς τους θεατές-λαό. Το «δίδαγμα» είναι προφανές: ό,τι τότε διακόπηκε λόγω ανωριμότητας των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών είναι δυνατόν να συνεχιστεί σήμερα. Συνεπώς, τα σημερινά επαναστατικά κινήματα δεν είναι παρά συνέπεια και συνέχεια της μεγάλης αστικής Γαλλικής Επανάστασης.
Η ιδιοφυής Αριάν Μνούσκιν ένα έργο ιστορικό το κάνει έργο σύγχρονο — και μάλιστα με μήνυμα απροκάλυπτα επαναστατικό: κατά τον Σεν-Ζιστ, η Επανάσταση θα σταματήσει στην απόλυτη ευτυχία.
Συγκλονιστικότερο θέαμα δεν είδαμε ποτέ. Ήταν για μας μια εμπειρία μοναδική και ίσως ανεπανάληπτη. Είδαμε ένα θέαμα λαϊκό στην πλήρη και απόλυτη έννοια του όρου και ταυτόχρονα ένα θέατρο ιδεών απλοποιημένων στο έπακρο — αλλά όχι εκχυδαϊσμέ-νων. Η κινηματογράφηση αυτού του συναρπαστικού θεάματος δεν είναι άψογη — αλλά ποιος νοιάζεται για τέτοιες λεπτομέρειες! Μια από τις πάμπολλες χρήσεις του κινηματογράφου είναι και η καταγραφή — συνεπώς η διαιώνιση— παραστάσεων σαν την παραπάνω. Και όταν η κάμερα περιορίζεται στο ρόλο του αντιγραφέα, αυτό που προέχει δεν είναι το αντίγραφο αλλά το πρωτότυπο. Και το πρωτότυπο εδώ ήταν ένα έργο μνημειώδες, η παράσταση του οποίου κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια.

«Το Βήμα», 23-12-1975.
Λεξικό Ταινιών
Βασίλης Ραφαηλίδης (Κριτικός κινηματογράφου, μαρξιστής συγγραφέας)

 

Διάρκεια: 158:00

Έτος Παραγωγής: 1974

Γλώσσα: Γαλλικά

Υπότιτλοι: gr

Κωδ.Καταχώρησης: ΘΠ001

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *